To 1921, o Otto Loewi είχε ένα πρόβλημα. Για 17 χρόνια υποψιαζόταν ότι τα νευρικά κύτταρα επικοινωνούσαν μεταξύ τους μέσω χημικών μεταδόσεων αντί για ηλεκτρικών κυμμάτων. Αλλά δεν είχε τρόπο να αποδείξει τη θεωρία του. Ένα βράδυ όμως ξύπνησε με μια ιδέα για ένα πείραμα και γρήγορα την σημείωσε για να μην την ξεχάσει. Το επόμενο πρωί όμως είχε ξεχάσει την ιδέα και οι βραδυνές σημειώσεις του ήταν ακαταλαβίστικες. Ευτυχώς, το επόμενο βράδυ ξύπνησε πάλι με την ίδια ιδέα και αντί να κρατήσει πάλι σημειώσεις έτρεξε κατευθείαν στο εργαστήριο για να δοκιμάσει το πείραμα. Το πείραμα ήταν όχι μόνο επιτυχημένο αλλά ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσει την ερευνητική δουλειά του πάνω στους νευροδιαβιβαστές που του κέρδισαν το βραβείο Νόμπελ.
Παραδείγματα σαν το παραπάνω προτείνουν μια συναρπαστική πιθανότητα – ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε στρατηγικά τον ύπνο για να λύνουμε προβλήματα, είτε δικά μας είτε γενικά.
Κάποιες πληροφορίες και εμπειρίες είναι πιθανότερο να επεξεργαστούν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Για παράδειγμα, αγχωτικές καταστάσεις και γεγονότα είναι πιθανότερο να εμφανιστούν στα όνειρά μας, όπως όνειρα σχετικά με τον COVID, δεδομένης της κατάστασης που ζούμε. Ονειρευόμαστε επίσης περισσότερο πράγματα που είναι σημαντικά για εμάς και που συμβαίνουν κοντά στην ώρα που πέφτουμε για ύπνο. Οι αθλητές, για παράδειγμα, είναι πιθανότερο να δούνε όνειρα σχετικά με αθλήματα από τους φοιτητές ψυχολογίας. Αλλά, παρ’ όλο που τα όνειρα μας σχετίζονται με πρόσφατες εμπειρίες, σπάνια επαναλαμβάνουν τα γεγονότα ακριβώς όπως συνέβησαν.
Πέρα από τα όνειρα, άλλα μέρη του ύπνου μπορεί να σχετίζονται εξίσου με την νυχτερινή επεξεργασία. Οι άνθρωποι θυμούνται καλύτερα πληροφορίες αν τις μελετήσουν το βράδυ πριν κοιμηθούν και προσπαθήσουν να τις ανακαλέσουν το επόμενο πρωί σε αντίθεση με πληροφορίες που τις μελετούν το πρωί και προσπαθούν να τις ανακαλέσουν αργότερα μέσα στη μέρα. Αυτό το πλεονέκτημα του ύπνου, σχετίζεται κυρίως με τον βαθύ ύπνο, όπου ονειρευόμαστε λιγότερο. Μπορούμε, λοιπόν, να επηρεάσουμε τι επεξεργαζόμαστε κατά τη διάρκεια του ύπνου, εάν συγκεντρωθούμε σ’ αυτό, το ενσωματώσουμε στην καθημερινότητα μας και το σκεφτόμαστε πριν κοιμηθούμε – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή η διαδικασία είναι αλάθητη.
Για να καταλάβουμε πως ο ύπνος ενισχύει τη μνήμη μας και τη διαδικασία επίλυσης προβλημάτων, οι επιστήμονες έχουν αναπτύξει μια τεχνική για να αυξήσουν την πιθανότητα επεξεργασίας ορισμένων πληροφοριών. Αυτή η τεχνική ονομάζεται στοχευμένη επανενεργοποίηση της μνήμης (targeted memory reactivation) επειδή στοχεύει επιλεκτικά μια συγκεκριμένη εμπειρία που έχουμε ξύπνιοι και στη συνέχεια επιχειρεί να προκαλέσει την επανεπεξεργασία (επανενεργοποίηση) της μνήμης αυτής της εμπειρίας κατά τη διάρκεια του ύπνου. Η επανενεργοποίηση συμβαίνει φυσικά κατά τη διάρκεια του ύπνου – η στοχευμένη επανενεργοποίηση της μνήμης επηρεάζει μόνο αυτό στο οποίο δίνουμε προτεραιότητα. Πως λειτουργεί: πριν τον ύπνο, συνδυάζετε πληροφορίες με έναν ήχο ή μυρωδιά. Για παράδειγμα, μπορείτε να μάθετε τη θέση δύο αντικειμένων, ενός σκύλου και ενός κουδουνιού, σε ένα πλέγμα. Όταν μαθαίνετε τη θέση του σκύλου, παίζει ο ήχος ενός γαβγίσματος σκύλου και όταν μαθαίνετε τη θέση του κουδουνιού, χτυπάει ένα κουδούνι. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια του ύπνου, το γάβγισμα του σκύλου παρουσιάζεται χωρίς να σας ξυπνήσει, αλλά όχι ο ήχος του κουδουνιού. Το πρωί, όταν προσπαθείτε να θυμηθείτε τις τοποθεσίες των αντικειμένων, είναι πιο πιθανό να θυμάστε την τοποθεσία του σκύλου από το κουδούνι.
Η στοχευμένη επανενεργοποίηση μνήμης μπορεί να ακούγεται σαν κάποιο ξεπερασμένο πείραμα στα μέσα της δεκαετίας του 1900 που είχε σκοπό να διδάξει στους ανθρώπους την εκμάθηση μιας νέας γλώσσας κατά τη διάρκεια του ύπνου. Αλλά είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Οι ήχοι στις μελέτες στοχευμένης επανενεργοποίησης μνήμης απαιτούν επεξεργασία όσων γνωρίζετε ήδη. Δεν εμφυτεύουν νέες πληροφορίες στο μυαλό σας. Αυτό μπορεί να φαίνεται αντίθετο με την επίλυση προβλημάτων, καθώς μια λύση είναι η δημιουργία κάτι καινούργιου. Ωστόσο, όταν σκέφτηκε τη νυχτερινή ανακάλυψή του, ο Loewi αναγνώρισε στον ύπνο τη συσχέτιση μεταξύ της θεωρίας του από το 1903 και μιας πειραματικής τεχνικής που είχε χρησιμοποιήσει πρόσφατα για να λύσει ένα διαφορετικό πρόβλημα. Με άλλα λόγια, είχε ήδη όλες τις πληροφορίες – ο ύπνος τον βοήθησε να τα συνδυάσει.
Σε μια πρόσφατη μελέτη, οι συνεργάτες μου και εγώ ρωτήσαμε αν η στοχευμένη επανενεργοποίηση της μνήμης θα μπορούσε να βελτιώσει την επίλυση προβλημάτων. Στις βραδινές συνεδρίες, οι συμμετέχοντες προσπάθησαν να λύσουν διάφορα κουίζ, το καθένα σε συνδυασμό με ένα διαφορετικό μουσικό κλιπ. Στη συνέχεια, παίξαμε μερικά από τα μουσικά κλιπ ενώ οι συμμετέχοντες κοιμόντουσαν. Το πρωί, οι συμμετέχοντες προσπάθησαν ξανά τα ίδια κουίζ που δεν είχαν καταφέρει να λύσουν το προηγούμενο βράδυ. Ανακαλύψαμε ενθουσιασμένοι ότι οι συμμετέχοντες έλυσαν περισσότερα κουίζ από το προηγούμενο βράδυ. Οι λύσεις δεν τους ήρθαν σε ένα όνειρο. Και σε αντίθεση με τον Loewi, δεν ξυπνούσαν με τη λύση στη μέση της νύχτας. Αντ ‘αυτού, οι συμμετέχοντες έλυσαν τα κουίζ όταν τα ξαναέπιασαν την επόμενη μέρα.
Αυτή η έρευνα μπορεί να ακολουθήσει πολλές κατευθύνσεις. Σημειώνουμε πρόοδο στη νέα τεχνολογία για την παρακολούθηση του ύπνου στο σπίτι σε συνδυασμό με εφαρμογές που παρουσιάζουν στοχευμένες ενδείξεις επανενεργοποίησης της μνήμης. Αυτό θα επιτρέψει μελέτες μεγάλης κλίμακας στο σπίτι, χρησιμοποιώντας φυσικές συνθήκες ύπνου και επεξεργασίας πραγματικών προβλημάτων. Επιπλέον, η μεταβατική κατάσταση από το ξύπνημα στο ύπνο μπορεί να είναι σημαντική για δίνουμε προτεραιότητα στην επεξεργασία του ύπνου. Το Media Lab στο MIT αναπτύσσει μια συσκευή για συγκεκριμένη στόχευση αυτής της υπνολογικής κατάστασης. Και, εάν τα όνειρα είναι χρήσιμα για την επίλυση προβλημάτων, μια ανοιχτή ερώτηση είναι αν η προσπάθεια επίλυσης ενός προβλήματος, ενώ συνειδητά γνωρίζουμε ότι ονειρευόμαστε, έχει τα ίδια οφέλη.
Η ικανότητά μας να καθοδηγούμε αυτό που υφίσταται επεξεργασία κατά τη διάρκεια του ύπνου είναι ακόμη σε αρχικά στάδια, και δεν έχουμε ακόμα πλήρη έλεγχο αυτής της προτεραιότητας. Ωστόσο, στο μεταξύ, προσπαθήστε να σκεφτείτε ένα πρόβλημα πριν τον ύπνο και αφιερώστε λίγο χρόνο για να το σκεφτείτε το επόμενο πρωί. Ενώ οι άνθρωποι συχνά συγκρίνουν τον ύπνο με τον θάνατο, ο εγκεφάλος μας δεν είναι πραγματικά εκτός σύνδεσης όσο κοιμόμαστε. Η επόμενη επιφοίτηση μας μπορεί να είναι ένας ύπνος μακριά, ακόμα κι αν είναι 17 χρόνια στην παραγωγή.
Πηγή: slate.com